Δευτέρα 1 Δεκεμβρίου 2014

Τι είδους ρευστότητα χρειάζεται η οικονομία μας; Θα μπορέσει η παραδοσιακή τραπεζική χρηματοδότηση να καλύψει τις ανάγκες της οικονομίας της Κύπρου;

Δρ Γιώργος Θεοχαρίδης
Cyprus International Institute of Management




Υπήρξε πρόσφατα πολλή συζήτηση, ιδιαίτερα μετά την επιτυχή έκβαση των τεστ αντοχής (stress tests) στα οποία υποβλήθηκαν οι κύριες τράπεζες της χώρας μας, κατά πόσο είναι πλέον καιρός για τις τράπεζες να αρχίσουν να προσφέρουν ρευστότητα στην αγορά για να χρηματοδοτήσει την ανάπτυξη της οικονομίας μας. 
Είναι γεγονός πως η πραγματική οικονομία, τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις, χρειάζονται ρευστότητα για να μπορέσουν να επιβιώσουν και να αναπτυχθούν, αλλά ένα καίριο ερώτημα που εγείρεται είναι από ποιας μορφής χρηματοδότηση θα αντληθεί η ρευστότητα στις παρούσες δύσκολες συνθήκες της οικονομίας; Είναι δυνατή η εξασφάλιση της ρευστότητας που είναι αναγκαία με την παραδοσιακή τραπεζική χρηματοδότηση ή θα πρέπει άραγε να υπάρξουν εναλλακτικές μορφές χρηματοδότησης;

Πιο κάτω παραθέτω μια σειρά από θέματα και παράγοντες, λόγους θα έλεγα, που ίσως θα καθιστούν δύσκολη ή ακόμα και ανεπιθύμητη την παραδοσιακή τραπεζική χρηματοδότηση από τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις:
1. Οι τράπεζες έχουν να αντιμετωπίσουν τα πολύ αυστηρά κριτήρια και προϋποθέσεις που περιλαμβάνονται στην πρόσφατη εγκύκλιο της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου (ΚΤΚ), που απεστάλη σε όλες τις Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα ως κατευθυντήριες γραμμές για την χορήγηση νέων δανείων.
2. Τόσο τα νοικοκυριά όσο και οι επιχειρήσεις είναι υπερβολικά χρεωμένες, με την σχέση χρέους  προς ίδια κεφάλαια να βρίσκεται σε επίπεδα πολύ υψηλότερα από τα αποδεκτά. Σύμφωνα με πηγές της Ευρωπαϊκής Στατιστικής Υπηρεσίας (Eurostat), το ιδιωτικό χρέος στην Κύπρο είχε φτάσει στο επίπεδο του 305% του Ακαθάριστου Εγχώριου Προϊόντος (ΑΕΠ) για το έτος 2012, που χωρίς αμφιβολία είναι από τα υψηλότερα στην Ευρώπη.
3. Όπως είναι σε όλους μας γνωστό, έχει σημειωθεί πρόσφατα μια ραγδαία αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων (NPLs) που οφείλονται προς τις Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα, τα οποία, σύμφωνα με στοιχεία της Κεντρικής Τράπεζας της Κύπρου, στο τέλος του Αυγούστου του 2014 έφτασαν σχεδόν στο 48% του συνόλου των πιστωτικών διευκολύνσεων των Τραπεζών και των Συνεργατικών Πιστωτικών Ιδρυμάτων. Κατά συνέπεια, η κύρια πρόκληση που αντιμετωπίζουν οι τράπεζες σήμερα είναι να καταφέρουν να ελέγξουν αυτή την ταχεία αύξηση των μη εξυπηρετούμενων δανείων και σταδιακά να τα μειώσουν σε αποδεκτά επίπεδα.
4. Οι εταιρείες μας αγωνίζονται να επιβιώσουν λόγω της οικονομικής κρίσης και για τον λόγο αυτό παρουσιάζουν υπερβολικά ρίσκα τα οποία οι τράπεζες μπορεί να μην είναι πρόθυμες να αναλάβουν.
5. Τα τραπεζικά δάνεια προς τα νοικοκυριά, τους καταναλωτές και τις επιχειρήσεις επιβαρύνονται με πολύ υψηλά επιτόκια, για τα οποία κάποιος θα μπορούσε να προβάλει το επιχείρημα ότι είναι μια αποζημίωση για το ρίσκο, που όμως τα καθιστούν απαγορευτικά για να δανειστεί κάποιος και, ως εκ τούτου, δεν υπάρχει αρκετή ζήτηση.
6. Το Κεντρικό Αρχείο Δανειοληπτών που έθεσε σε λειτουργία πρόσφατα η Κεντρική Τράπεζα της Κύπρου με την διασύνδεση της βάσης δεδομένων των δύο μηχανισμών «ΑΡΤΕΜΙΣ» και «ΑΙΑΝΤΑΣ», που διατηρούσαν χωριστά οι εμπορικές Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα αντίστοιχα, μπορεί τώρα να προσφέρει μια ολοκληρωμένη εικόνα με λεπτομερείς πληροφορίες για τα συνολικά χρέη όλων των εταιρειών από όλες τις Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα και αναπόφευκτα η εξέλιξη αυτή θα περιορίσει την προσφορά πιστώσεων προς την αγορά.
7. Η αναλογία δανείων προς καταθέσεις για τις Τράπεζες και ταΣυνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα βρίσκεται τώρα περίπου στο 130%, και αυτό καθιστά δύσκολη την παροχή επιπρόσθετου δανεισμού.
8. Οι Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα θα πρέπει να προβούν σε περαιτέρω απομόχλευση, καθώς οι ισολογισμοί τους έχουν αυξηθεί πάρα πολύ τα τελευταία χρόνια, και ένας τρόπος είναι να μειώσουν περαιτέρω τα δανειακά τους χαρτοφυλάκια.
Με βάση τα πιο πάνω δεδομένα, το συμπέρασμά μου είναι ότι η εταιρική χρηματοδότηση όπως την ξέρουμε με τη μορφή των συνήθων τραπεζικών δανείων, πιθανότατα θα είναι πλέον μη άμεσα διαθέσιμη στο εγγύς μέλλον και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να εξευρεθούν εναλλακτικές πηγές χρηματοδότησης. Αυτό που χρειάζονται τα νοικοκυριά και οι επιχειρήσεις είναι η σωστή αναδιάρθρωση των υφιστάμενων δανείων τους από τις Τράπεζες και τα Συνεργατικά Πιστωτικά Ιδρύματα (η οποία να περιλαμβάνει την μείωση του επιτοκίου, την παράταση της περιόδου αποπληρωμής ή την πώληση ορισμένων στοιχείων του ενεργητικού τους), φθηνότερη πηγή χρηματοδότησης του χρέους, όπως συμβαίνει σε αρκετές ξένες χώρες (δηλαδή μη τραπεζική χρηματοδότηση του χρέους), ο δανεισμός μεταξύ ιδιωτών (peer-to-peer lending), και το πιο σημαντικό, η χρηματοδότηση με ίδια κεφάλαια (δηλαδή η εισαγωγή πρόσθετου κεφαλαίου).
Ο Δρ Γιώργος Θεοχαρίδης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής στον τομέα των Χρηματοοικονομικών στο Cyprus International Institute of Management (CIIM) και Διευθυντής του Μεταπτυχιακού προγράμματος στις Χρηματοοικονομικές Υπηρεσίες (Mscin Financial Services).

Δεν υπάρχουν σχόλια: