Πέμπτη 11 Δεκεμβρίου 2014

Η «Ανατολή» μιας Αγγλίδας σκοτεινιάζει την Αμμόχωστο


Κυρίες και κύριοι,
Δεν είμαι πρόσφυγας. Δεν είμαι Αμμοχωστιανός.  Θα ήμουνα υπερήφανος αν καταγόμουνα από την Αμμόχωστο. Όμως, αισθάνομαι και νιώθω εξίσου πρόσφυγας και εξίσου Αμμοχωστιανός με σας. Γιατί; Διότι η Αμμόχωστος είναι η Βασιλεύουσά μας. Η πόλη που μας καρτερεί όλους. Η προσωποποίηση της τραγωδίας μας. Η  απεικόνιση  του αγώνα μας για λευτεριά, αξιοπρέπεια και επιστροφή. Η πόλη του Ευαγόρα και του Ονήσιλου, του Αίαντα και της Σαλαμίνας.


Η  Αμμόχωστος είναι η πόλη που καίει στις συνειδήσεις και στις μνήμες μας. Η Κλαίρη Αγγελίδου, επιφανής Αμμοχωστιανή, διερωτάται εύλογα: «Αλήθεια/ πώς είναι δυνατόν/ να επιβιώσουμε/ χωρίς την Σαλαμίνα;»
Η Αμμόχωστος είναι σημαντικό μέρος της ιστορίας αυτού του τόπου, των δεινών και των παθών του, οι πληγές και οι δοκιμασίες του αλλά και ο πολυαίωνος πολιτισμός, οι άνθρωποι και οι δημιουργίες τους. Τριάντα έξι αιώνες ιστορία κουβαλά στην πλάτης της η πόλη ίσαμε σήμερα, που στέκει έρημη, βουβή, κατεχόμενη, ερειπωμένη, οργισμένη, να κοιτάζει μια κατά δω και μια κατά των Τούρκων καταχτητών. Αλλά, ψαλμωδεί ο Αμμοχωστιανός ποιητής, Κυριάκος Χαραλαμπίδης:
Μη μου πικραίνεσαι, καλή μου πόλη.
Πάρε στη χούφτα μου νερό να πιεις,
Πουλιά για να πετάξεις, θάλασσα ως δροσούλα
στο μέτωπό σου και γιρλάντα, να σε ιδώ.

Και η Κλαίρη Αγγελίδου επιμένει:
«Τη Σαλαμίνα ποιος θα λησμονήσει;
Η Σαλαμίνα αλυσοδεμένη καρτερά
Νάρθει ο καιρός της Νέμεσης
Σαλαμίνα, Σαλαμίνα
Οι αιώνες αντηχούν απ’ τ’ όνομά σου
Η Αμμόχωστος έγραψε ιστορία που κατέγραψαν με το μόχθο, την αξιοσύνη και την προοδευτικότητά τους οι άνθρωποί της κι εσείς, σημερινοί αγαπητοί Αμμοχωστιανοί. Γι’ αυτό, εγώ, ο μη πρόσφυγας, ο μηΑμμοχωστιανός είμαι πολύ οργισμένος. Και πολύ θυμωμένος. Επειδή όπως πολλοί από εσάς νιώθουμε εξαπατημένοι. Κι εσείς πιαστήκατε κορόιδα μιας Εγγλέζας που, δήθεν, θα αναδείκνυε με την πένα της τα πάθη και την ιστορία, την πορεία και τη δημιουργία της πόλης σας.  
Μια Αγγλίδα δημοσιογράφος, που τα τελευταία χρόνια επιδίδεται στη συγγραφή λεγόμενων ευπώλητωνμυθιστορημάτων, βρήκε εύκολα θέματα συγγραφικής φαντασίας στην Ελλάδα και στην Κύπρο. Έτσι έκρινε ότι θα μπορούσε να επιδοθεί σε λαϊκή μυθιστορία και για την Αμμόχωστο. Λέγεται πως η ΒικτώριαΧίσλοπ, που έγραψε το λαϊκό μυθιστόρημα «Η Ανατολή», διαβεβαίωσε ταγούς και ανθρώπους της πόλης σας, με τους οποίους συνομίλησε, ότι θα αναδείξει την κατοχή και την ερήμωσή της από τον Τούρκο Αττίλα. Δηλαδή, σας έκανε να πιστέψετε, παραπλανώντας σας, ότι θα αναδείκνυε την πόλη σας, την ιστορία και τον πολιτισμό της, κυρίως τους ανθρώπους που την κατοικούσαν.
Έχω την εντύπωση πως ο Δήμαρχος, πολλοί Δημοτικοί Σύμβουλοι και κάποιοι συμπολίτες σας, ευκολόπιστοι και, δυστυχώς, αφελείς ως Έλληνες, πίστεψαν τις διαβεβαιώσεις μιας συγγραφέως που καταπιάνεται με θέματα που πουλούν και αποφέρουν εκατομμύρια, όχι που προάγουν αυτά που εσείς και εμείς οι υπόλοιποι Έλληνες της Κύπρου θα θέλαμε να καταγραφούν και να αναδειχθούν.
Να πούμε, λοιπόν, τα πράγματα με το όνομά τους: Η  Αγγλίδα Βικτώρια Χίσλοπ ανακάλυψε μια νέα χρυσοφόρο φλέβα. Έγραψε ένα ευπώλητο μυθιστόρημα που δεν έχει να διηγηθεί και πολλά για την Αμμόχωστο ή για την Κύπρο μας. Αντίθετα, λόγω πλημμελούς γνώσης, στρεβλής κατανόησης, προπαγανδιστικής διοχέτευσης ή μεροληπτικής ενημέρωσης, επιδίδεται άγαρμπα αλλά προκλητικά και αφόρητα προσβλητικά για σας, σε διαστρέβλωση γεγονότων της σύγχρονης ιστορίας μας που τα αναφέρει απλώς για να διανθίσει και να ενισχύσει την πλοκή του πονήματός της.
Αν ήμασταν Βρετανοί, Γάλλοι, Αμερικανοί, Σουηδοί ή ακόμα και Ιάπωνες, θα σχηματίζαμε την εξής εικόνα για την Κύπρο, τους Έλληνες και τους Τούρκους:
Η Κύπρος είναι ένα νησί με τεσσάρων χιλιάδων και πλέον χρόνων ιστορία, που κατακτήθηκε από διάφορους εισβολείς. Η Χίσλοπ, όμως, κάνει μιαν αδρομερή αναδρομή – μόλις μιας σελίδας – από το 1878, και δεν είναι τυχαίο, όταν δηλ. οι Εγγλέζοι αγοράζουν από τους Τούρκους και καταλαμβάνουν την Κύπρο, μέχρι το 1974.
Η αναφορά της στην Αμμόχωστο, λειψή, γενικόλογη και επιφανειακή, εκτείνεται μόλις σε τρεις σελίδες από τις 467 του λαϊκού μυθιστορήματός της. Η Εγγλέζα συγγραφέας αναφέρεται στην ιστορία της Αμμοχώστου ξεκινώντας από τις σταυροφορίες και καταλήγει στην τουρκική εισβολή.
Και οι άλλοι βαρυφορτωμένοι αιώνες; Η πλούσια και ανεπανάληπτη ιστορία της πόλης; Οι άνθρωποί της, που την λάμπρυναν με τα έργα και την προσφορά τους, τις θυσίες και τους αγώνες τους; Η Σαλαμίνα; Ο Ευαγόρας; Ο Τεύκρος; Η Εγγλέζα συγγραφέας αγρόν ηγόρασε!
Ο απελευθερωτικός, αντιϊμπεριαλιστικόςαντιαποικιακός αγώνας της ηρωικής ΕΟΚΑ χαρακτηρίζεται προσβλητικά και απαξιωτικά από τη Χίσλοπ απλώς ως «μια εκστρατεία βίαιης αντίστασης κατά των Βρετανών».
Οι Έλληνες και φυσικά οι Αμμοχωστιανοί εμφανίζονται και διαζωγραφίζονται στο πρόσωπο, κυρίως, του επιχειρηματία, Σάββα Παπακώστα, και του βοηθού του, Μάρκου Γεωργίου, ως άπληστοι, παραδόπιστοι, ύπουλοι, πονηροί, μοχθηροί, αναξιόπιστοι, φίδια, αδιάφοροι για τα συμβαίνοντα στον τόπο τους, άνθρωποι που δεν  πρέπει να εμπιστεύεται κανείς, απάνθρωποι, φονιάδες των καημένων Τουρκοκύπριων.
Οι Τούρκοι, αντίθετα, είναι τα θύματα, που δήθεν υπέστησαν τα πάνδεινα κατά τον αγώνα της ΕΟΚΑ, μετά την ανεξαρτησία και ιδίως κατά ή μετά την τουρκική εισβολή.
Αίφνης αλλ’ όχι ανεξήγητα, στη διήγηση της Χίσλοπ παρεισφρέει η γνωστή υπόθεση Μάραθας καιΣανταλάρι, για την οποία κατηγορούνται Έλληνες για σφαγή δεκάδων Τ/κύπριων γυναικοπαίδων. Με επιτήδειο τρόπο, η συγγραφέας καταγράφει, διά της Εμινέ, τις αντιδράσεις των Τ/κυπρίων και μάλιστα σημειώνει και τα ονόματα τεσσάρων συγγενών της που, κατ’ ισχυρισμόν, σφαγιάστηκαν από τους φονιάδες Έλληνες. Και αποφαίνεται, υιοθετώντας  δημοσίευμα τ/κ εφημερίδας: «Οι σφαγές στη Μάραθα και σε ένα άλλο χωριό, τον Σανταλάρη, έδειχναν ότι πολύ καλά είχαν κάνει οι Τούρκοι και ανέλαβαν δράση».
Θα περίμενε κανείς πως, αφού η Εγγλέζα έδειξε τόση ευαισθησία για τις σφαγές Τ/κυπρίων από Έλληνες και αφιέρωσε τόσες πολλές σελίδες για να διαζωγραφίσει τα δεινά  των καημένων Τ/κ, θα κατέγραφε και μέσω της κυρίας Ειρήνης, της Ε/κύπριας ηρωίδας του μυθιστορήματος, ανάλογες σφαγές και βιασμούς εκατοντάδων Ελλήνων και Ελληνίδων από τους Τούρκους, από το 1958 μέχρι και το 1974. Ουδεμία σχεδόν άξια λόγου αναφορά.
Αφού δηλ. κατέγραψε με τόση λεπτομέρεια, ξανά και ξανά, σε όλη σχεδόν την έκταση του βιβλίου, την Μάραθα και τον Σανταλάρη (που εμφανίζονται και σε σχετικό χάρτη) γιατί δεν αναφέρθηκε, π.χ. στοΤριμίθι, στην Άσσια, στο Κιόνελι και στα τόσα άλλα φρικτά και φοβερά εγκλήματα, που οι Αττίλεςδιέπραξαν με ανήκουστη αλλά τουρκική κτηνωδία; Απλώς, σκόρπια, περιστασιακά και στη ροή του λαϊκού αναγνώσματός της αναφέρεται γενικά και αόριστα πως Τούρκοι στρατιώτες βίασαν γυναίκες σε χωριά του Πενταδάκτυλου. Τρέχα γύρευε, ξένε αναγνώστη…
Οι Τούρκοι εμφανίζονται στο μυθιστόρημα της Χίσλοπ ως  περίπου τα αθώα θύματα της απληστίας, της εγκληματικής συμπεριφοράς, της πονηριάς, της μοχθηρίας και της εκμετάλλευσης εκ μέρους των Ελλήνων. Ο Χουσεϊν, υπάλληλος στο ξενοδοχείο «Ανατολή» του Σάββα Παπακώστα, είναι ο εργατικός, φιλήσυχος, αθλητικός Τούρκος που δεν ανέχεται τις μπαγαποντιές, τις πονηριές και τις απατεωνιές του Μάρκου Γεωργίου, ενός πρώην αγωνιστή της ΕΟΚΑ, δήθεν μεταμεληθέντος που δεν πιστεύει πια στην Ένωση, συμπαθούντος της ΕΟΚΑ Β’ αλλά στο τέλος εμπόρου όπλων, που κάνει κοντραμπάντο με Τ/κύπριους της ιδίας συναπαρτζιάς, και αλαζόνα, που κλέβει το αφεντικό του και, στο τέλος, συνάπτει και ερωτικές σχέσεις με τη γυναίκα του.
Διά της Εμινέ, μητέρας του Χουσείν, της οικογένειάς της και του ίδιου του Χουσείν, η Χίσλοπ πλέκει ένα σχεδόν ωραιοποιημένο πορτρέτο των Τ/κ, που έμειναν σε θυλάκους δέκα χρόνια. Καμία εξήγηση γιατί εγκλωβίστηκαν εκεί και ποιων τα σχέδια εξυπηρετούσαν. Και η επιτήδεια παρεμβολή της τουρκικής προπαγάνδας: «Αν δεν είχαν προσπαθήσει να μας κάνουν πολίτες δεύτερης κατηγορίας», είπε ο Χαλίτ, ο πατέρας, «αυτό το πράγμα» δηλ. η τουρκική εισβολή, «δεν θα είχε συμβεί». Η Εμινέ, από πού καταγόταν; Όλως περιέργως αλλ’ όχι ανεξήγητα, από τη Μάραθα.
Ο Χουσεϊν είναι ο καλός, αδιάφθορος, ηθικός ήρωας, που εξανίσταται κατά του άπληστου Μάρκου, τον μαχαιρώνει και τον σκοτώνει όχι μόνο επειδή ήταν Έλληνας, υπερόπτης και αλαζόνας, κλέφτης και εκμεταλλευτής του αφεντικού του και γι’ αυτό δεν έπρεπε να τον εμπιστευτεί αλλά, «μητέρα, ξέρεις τι ήταν ο χειρότερο μ’ αυτόν», υποβάλλει παμπόνηρα η Χίσλοπ διά του Χουσεϊν στην Εμινέ: «Το χειρότερο ήταν ότι δεν βοήθησε την κυρία Παπακώστα» όταν Τούρκοι στρατιώτες την βίαζαν κτηνωδώς στο περιτοίχισμα της «Ανατολής». Και αναίσθητος και κτήνος και απάνθρωπος ο Αμμοχωστιανός, Μάρκος Γεωργίου.
Η Αγγλίδα συγγραφέας παραθέτει ιστορικά και πολιτικά γεγονότα αδέσποτα και ασύνδετα μεταξύ τους ώστε, ένας τρίτος, ένας ξένος, που δεν γνωρίζει τι συμβαίνει στην Κύπρο, να σχηματίσει αμέσως μιαν άκρως στρεβλή και παραπλανητική εικόνα για τους Έλληνες, τους Τούρκους και, φυσικά, για την Αμμόχωστο που δήθεν ήθελε να αναδείξει.
Δεν γνωρίζω αν ισχύει δήλωση του Δημάρχου σας ότι, «στον ουρανό την γυρεύατε και στη γη την βρήκατε», την κυρία Χίσλοπαλλ’ η δική μου εκτίμηση, μετά που υπέστην την ταλαιπωρία και τη δυστυχία να διαβάσω το βιβλίο της, είναι ότι η συγγραφέας απλώς διάνθισε την μυθιστορηματική πλοκή του και με κάποια περιστασιακά ιστορικά και πολιτικά στοιχεία, για να την κάνει πιο ενδιαφέρουσα για τον ξένο αναγνώστη. Κοντά στην απληστία, τη χρηματολατρεία, την πονηριά, την απατεωνιά, το σεξ, το έγκλημα και τον πόλεμο, το αίμα, τα ερείπια, την καταστροφή και τον θάνατο έβαλε και μία πρέζα οιονεί ιστορίας και πολιτικής.
Είναι η πιο δοκιμασμένη και επιτυχής συνταγή για την συγγραφή ενός ευπώλητου μυθιστορήματος, αφού ο ξένος αναγνώστης «δεν φακκά πενιάν» ούτε για την Αμμόχωστο ούτε για την Κύπρο ούτε για την τουρκική εισβολή ούτε για τα εγκλήματα του Αττίλα ούτε, φυσικά, για τους κατοίκους της πόλης σας. Η αντίληψη που αποκομίζει ένας ξένος είναι ότι σε αυτό το νησί κάποιοι παλαβοί Έλληνες και Τούρκοι τσακώνονται και σκοτώνονται μεταξύ τους με επίκεντρο μια πόλη που, εδώ και 40 χρόνια στέκει βουβή και ερειπωμένη, πληγωμένη από την τουρκική κατοχή και τα συρματοπλέγματα. Και η κατοχική Τουρκία; Ήλθε – όχι εισέβαλε – για να βοηθήσει τους poor Turks.
Και η Αμμόχωστος; Η Χίσλοπ δεν είχε υποσχεθεί στο Δήμαρχο και στο Δημοτικό Συμβούλιο και με όσους Αμμοχωστιανούς συνομίλησε μαζί τους ότι, διά του μυθιστορήματός της θα αναδείκνυε την κατεχόμενη, κουρσεμένη και εγκαταλελειμμένη πόλη; Δεν είχε διαβεβαιώσει πως θα κατέγραφε τα πάθη της και δεν έδωσε την εντύπωση πως θα ήταν το κέντρο της περιγραφής της;
Η εικόνα που διαχέεται μέσα από το πόνημα της Αγγλίδας είναι μιας πόλης «επίγειου παράδεισου» αλλά και μιας πόλης απίστευτης χλιδής, ξέφρενης διασκέδασης του διεθνούς τζετ σετ, των φανταχτερών καταστημάτων, των πανάκριβων μπουτίκ και ανθρώπων – δηλ. Αμμοχωστιανών και γενικά των Ελλήνων Κυπρίων, που σκοτώνονταν μεν  μεταξύ τους – Μακαριακοί και Γριβικοί – αλλά στην Αμμόχωστο όλα αυτά, οι επιτήδειοι Αμμοχωστιανοί τα έκρυβαν πίσω από την ευμάρεια, τη σπατάλη, την επίδειξη, την απίστευτη χλιδή, την ξετσίπωτη και προκλητική αρχοντιά και την ασωτία. Για να μη καταλάβουν τίποτε οι χρυσοφόροι τουρίστες…
Και μόνη η επίμονα λεπτομερής και σε πολλές σελίδες περιγραφή του υπερπολυτελούς ξενοδοχείου, «Ανατολή» -  ένας ναός υλισμού, γράφει η Χίσλοπ για το έργο του Σάββα Παπακώστα - δίνει την εικόνα ενός Αμμοχωστιανού, που δεν νοιάζεται για τίποτε άλλο παρά για την επίδειξη, τον εντυπωσιασμό, την σπατάλη, την αλαζονεία και τον αχώνευτο αρχοντοχωριατισμό, με εκείνη τη μικρόνοια ανθρώπου που δεν τον ενδιαφέρει αν γύρω του ο τόπος καταστρέφεται.
Έτσι είσαστε εσείς οι Αμμοχωστιανοί; Αυτοί είσαστε εσείς οι Αμμοχωστιανοί; Κι ο Δήμαρχος και το Δημοτικό Συμβούλιό σας, εσείς, ακόμα να αντιδράσετε σε αυτό το απαξιωτικό, μειωτικό και προσβλητικό  πορτρέτο, που σας έκτισε η Εγγλέζα συγγραφέας και που διασύρει τώρα διεθνώς, εσάς και την πόλη σας, εμάς και την Κύπρο μας;
Αν ήμασταν ξένοι, θα αναγνωρίζαμε στην Χίσλοπ την ικανότητά της να συγγράψει ένα μυθιστόρημα, που διαβάζεται άνετα σε μια παραλία ή σε ένα πάρκο, περιέχει απ΄ όλα όσα καθιστούν το είδοςευπώλητο και… άστε τους Κυπραίους να οργίζονται, που πιάστηκαν  κορόιδα ή τους Αμμοχωστιανούςνα κουρεύονται με τις αντιδράσεις τους για όσα ανιστόρητα, μονόπλευρα ή και επιτήδεια προπαγανδιστικά παρεισφρέουν στο πόνημά της.
Εσείς γνωρίζετε ότι η Πράσινη Γραμμή, που Βρετανός στρατιωτικός χάραξε το 1963, είναι  το «σύνορο», που χώριζε τη Λευκωσία μετά την τουρκοανταρσία, που η Χίσλοπ αποκαλεί «περιστατικά βίας»; «Η ειρήνη ήταν πρόσκαιρη» αποφαίνεται η συγγραφέας για τα χρόνια μετά την ανεξαρτησία, «και η γαλήνη δολοφονήθηκε μαζί με τους Τούρκους γείτονες της οικογένειας Γεωργίου, σε μια πράξη βίας που διέπραξαν οι Ελληνοκύπριοι».
Τι χρείαν άλλης προπαγάνδας έχουν οι Τούρκοι;
Με μιαν απίστευτη επιπολαιότητα, ελαφρότητα, ανευθυνότητα και απύθμενη ιστορική άγνοια, η Αγγλίδα συγγραφέας αναφέρεται στην επιχείρηση κατά του τ/κ θυλάκου των Κοκκίνων και  γράφει:  «Οι Έλληνες είχαν επιτεθεί στο τουρκικό χωριό Κόκκινα στον Βορρά, γιατί το θεωρούσαν σημείο υποδοχής οπλισμού από την Τουρκία. Η Τουρκία ανταπέδωσε ρίχνοντας βόμβες ναπάλμ και εξαπολύοντας ρουκέτες». Έτσι απλά, ανιστόρητα, ανεύθυνα και τελείως διαστρεβλωτικά.
Ποιος ήταν ο στρατηγός Γρίβας, ο τιμημένος αρχηγός της ΕΟΚΑ;  «Είναι κακός άνθρωπος Μάρκο», λέγει η κυρία Ειρήνη στο γιο της. «Σκοτώνει και Έλληνες, μαζί με Τούρκους. Δεν υπάρχει ούτε μια στάλα καλοσύνης μέσα σε αυτόν τον άνθρωπο», αποφαίνεται η κυρία Ειρήνη και ας τον χαρακτήρισε άξιο του Έθνους η Βουλή μας. Ας προσεχθεί η πονηρή, κακεντρεχής αλλ’ ανιστόρητη υποβολή της Χίσλοπ διάστόματος της κυρίας Ειρήνης:
«Δεν θέλω να ξαναγυρίσω σε εκείνα τα φοβερά χρόνια (εννοεί τον αγώνα της ΕΟΚΑ), τότε που όλοι μας ζούσαμε μέσα στο φόβο. Αν δεν υποστήριζες τον Γρίβα και τους ανθρώπους του, ένας Θεός ξέρει τι σε περίμενε». Τρομοκράτης και φονιάς ο Γρίβας και εγκληματίες, άνθρωποι σκοτεινοί και επικίνδυνοι, οι αγωνιστές. Η βρετανική κακοήθεια, αισχρότητα και προπαγάνδα ξανά σε ένα βιβλίο που, υποτίθεται, θα βοηθούσε και θα πρόβαλλε την Αμμόχωστο και την Κύπρο.
Στις 15 Ιουλίου 1974 γίνεται το πραξικόπημα και ακολουθεί η τουρκική εισβολή στις 20 Ιουλίου. Εδώ και αν είναι η αποθέωση της διαστρέβλωσης και της ανεύθυνης και επιπόλαιας αντιμετώπισης γεγονότων. «Λεγόταν ότι πάνω από διακόσιες χιλιάδες Ελληνοκύπριοι είχαν εγκαταλείψει τις εστίες τους. Αλλά και χιλιάδες Τουρκοκύπριοι είχαν εγκαταλείψει τις δικές τους». Λεγόταν… Δηλ. μπορεί και να μη ήταν αλήθεια ότι είχαμε 200 χιλιάδες πρόσφυγες.
Θυμάστε εκείνην την ανεκδιήγητη Ρεπούση, που είχε αναφερθεί στη Μικρασιατική Καταστροφή ως εάν ένα εκατομμύριο Έλληνες έκαναν τουρισμό στην Τουρκία και περίμεναν τα κρουαζιερόπλοια στην προκυμαία της Σμύρνης; Η Χίσλοπ την ξεπέρασε σε διαστρεβλωτική φαντασία. Γράφει:
«Στα 1923, οι Έλληνες και οι Τούρκοι στη Μικρά Ασία είχαν αναγκαστεί να μαζέψουν όπως-όπως  τα υπάρχοντά τους και να εγκαταλείψουν τα σπίτια τους, συναντώντας οι μεν τους δε στο δρόμο καθώς ταξίδευαν από την Ανατολή στη Δύση κι από τη Δύση στην Ανατολή. Αυτήν τη φορά, οι Ε/κύπριοι και οιΤ/κύπριοι ήταν αυτοί που βρέθηκαν στην ανάγκη να τραπούν σε φυγή». Η  Χίσλοπ παραλείπει την σπουδαιότερη λεπτομέρεια: Δεν αναφέρει αν οι Έλληνες και οι Τούρκοι κουνούσαν μαντίλια όταν … ταξίδευαν χαρούμενοι και συναντούσαν οι μεν τους δε στο δρόμο του ταξιδιού τους!
Θέλετε και άλλα αποσπάσματα από το βιβλίο;
•           Ήταν η τρίτη φορά που η οικογένεια της Εμινέ άλλαζε τόπο διαμονής μέσα σε διάστημα λίγων χρόνων. Σχεδόν μια δεκαετία πριν, είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν το χωριό τους όταν αυτό δέχτηκε επίθεση από Ελληνοκυπρίους και το σπίτι τους είχε γίνει στάχτη. Μετά από αυτό έμειναν για λίγο σε ένα Τ/Κ θύλακα υπό την προστασία των Η.Ε.
•           Δεν έχω εμπιστοσύνη στους Ε/Κ γιατί παραβαίνουν τους κανόνες. Προτιμούσα να ζω στην παλιά πόλη όπου εκεί δεν ήμουν μειονότητα.
•           Ο Χαλιέ Ολκούν είχε πάει με την οικογένειά του σε εκείνο τον Τ/Κ θύλακα υπό την προστασία της Ειρηνευτικής δύναμης των Η.Ε. Ένοιωθε μεγαλύτερη ασφάλεια εκεί, αλλά ήταν σαν φυλακισμένος.
Δεν θα αναφερθώ περισσότερο σε ένα βιβλίο που εμφανώς εξαπάτησε εσάς τους Αμμοχωστιανούς, που εμπιστευτήκατε μιαν Εγγλέζα, ως εάν τίποτε να μη σας δίδαξαν τόσα που οι Εγγλέζοι επιμένουν με κακεντρέχεια, έκδηλο μίσος και αμείωτη εχθρότητα να κάνουν καθημερινά σε βάρος της  πατρίδας μας. Αλλά πρέπει να πούμε και του στραβού το δίκαιο.
Η Χίσλοπ είναι συγγραφέας ευπώλητων μυθιστορημάτων. Δεν μαζευτήκαμε απόψε εδώ για να την αναθεματίσουμε. Ούτε να της επιβάλουμε λογοκρισία ούτε να την φιμώσουμε. Εμείς έχουμε δημοκρατία. Εκείνη έγραψε με γόνιμη φαντασία ένα μυθιστόρημα που ήδη γίνεται ανάρπαστο. Εκείνη τώρα θα χαχανίζει και θα μετρά τα εκατομμύρια, που εισπράττει και θα χλευάζει με βρετανική κυνικότητα τους αφελέστατους εκείνους Αμμοχωστιανούς που εμφανώς την πίστεψαν ότι, διά της γραφίδας της θα αναδείκνυε την πόλη τους και τα προβλήματά μας εξαιτίας της τουρκικής κατοχής.
Απλώς για ενημέρωσή σας, η κ. Χίσλοπ, από τα εκατομμύρια που κέρδισε πουλώντας με τα βιβλία της μυθιστορίες για τα ελληνικά νησιά και τώρα για την Αμμόχωστο, αγόρασε στο Κένσινγκτον, ένα σπίτι τεσσάρων υπνοδωματίων αξίας 4 εκ. λιρών (Εκτενές ρεπορτάζ της Άλισον Ρόμπερτς στην εφημερίδα «The Evening Standard», 15/11/2012).
Κανείς από τους άμεσα αρμόδιους – και εννοώ τον Δήμαρχο Αμμοχώστου και το Δημοτικό Συμβούλιο – δεν ζήτησε να έχει άποψη; Τι είπαν στην Χίσλοπ ο Αλέξης Γαλανός και οι 16 Αμμοχωστιανοί που μίλησαν μαζί της; Ποιες διαβεβαιώσεις τους έδωσε, αν τους έδωσε, για το πώς θα κινηθεί στην πλοκή του έργου της; Πριν συγγράψει το βιβλίο, έγινε κάποια συμφωνία με τον Δήμο Αμμοχώστου ή απλώς εκτιμήθηκε η πρόθεσή της να γράψει δήθεν για την Αμμόχωστο; Απαιτούνται εξηγήσεις.
Ό,τι και να συμβαίνει, ως Έλληνας Κύπριος δεν θα εμπιστευόμουνα ποτέ έναν ξένο να γράψει ανεξέλεγκτα για την πόλη μου, ιδιαίτερα μιαν Εγγλέζα, όποια και αν είναι, όσο διάσημη και αν είναι. Ο ξένος είναι ξένος και όπως σωστά υπογραμμίζει ο Σεφέρης, «καθένας χωριστά ονειρεύεται και δενακούει τον βραχνά του άλλου».
Πώς ήταν δυνατόν μια Εγγλέζα, η χώρα της οποίας ανέκαθεν ευθύνεται για πολλά δεινά μας, να καταλάβει και να καταγράψει τον δικό μας βραχνά; Λένε μερικοί αφελέστατοι δικοί μας: «Μα το μυθιστόρημα της Χίσλοπ δεν είναι πολιτικό και δεν κάνει πολιτική». Λάθος! Πρόκειται για ένα καθαρά πολιτικό μυθιστόρημα που εξευτελίζει, προσβάλλει, μειώνει, απαξιώνει και εκθέτει τους Έλληνες ως τους χειρότερους ανθρώπους και προάγει την τουρκική προπαγάνδα. Θυμηθείτε τον Ντάρελ και τα «Πικρολέμονά» του. Σε εκείνη τη διαστροφή απάντησε ο μέγας ποιητής μας, Κώστας Μόντης. Όλοι οι ξένοι διαβάζουν τον Ντάρελ, αγνοούν τον Μόντη. Αυτά δεν μας λένε τίποτε;
Κυρίως, αυτή η «Ανατολή» επιχειρεί να σκοτεινιάσει τη λαμπρή ιστορία, τον πολιτισμό και τους ανθρώπους της Αμμοχώστου με τον πιο επιτήδειο, δηλ. χυδαίο τρόπο. Ρωτώ ευθέως τον Δήμαρχο της Αμμοχώστου και το Δημοτικό Συμβούλιο και κάθε σημαντικό παράγοντα της πόλης και εσάς τους ιδίους:
Δεν υπάρχουν ικανοί άνθρωποι ανάμεσά σας, στους οποίους να ανατεθεί η συγγραφή ενός βιβλίου για τη Βασιλεύουσά  μας, να μεταφραστεί στις κυριότερες γλώσσες και να κυκλοφορήσει διεθνώς; Βεβαιότατα και υπάρχουν. Τους γνωρίζετε αλλά τους αγνοήσατε. Προτιμήσατε μια ξένη συγγραφέαευπώλητων μυθιστορημάτων.
Η Βικτώρια Χίσλοπ δεν ήταν μια κάποια λύση για σας. Τώρα έγινε το πρόβλημά σας και ο εφιάλτης σας. Να το θυμηθείτε: Αν αληθεύουν οι πληροφορίες ότι ήδη κινηματογραφικές εταιρείες ενδιαφέρονται για να μεταφέρουν στη μεγάλη οθόνη το βιβλίο της, τότε η τραγωδία και ο διασυρμός, η προσβολή και ο εξευτελισμός όλων, θα συμπληρωθούν.
Στο μεταξύ, όμως, ο Δήμαρχός σας και τα περισσότερα μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου, πότε θα δώσουν εξηγήσεις στους Αμμοχωστιανούς και θα αναμέλψουν τουλάχιστον ένα εδαφιαίο mea culpa  για εκείνες τις αχρείαστες φιέστες προβολής της Χίσλοπ στην Κύπρο και στο Λονδίνο ως εάν να ήταν η παράκλητη που αναμένατε; Πότε θα ζητήσουν συγγνώμη που με τόση και τέτοια ανευθυνότητα και επιπολαιότητα επέτρεψαν να διασύρεται η πόλη σας και η Κύπρος; Να ευχόμαστε ο διασυρμός να περιοριστεί μόνο στις σελίδες της σκοτεινής αυτής «Ανατολής» και όχι να απλωθεί στις φωτεινές οθόνες των κινηματογράφων. Να ευχόμαστε…
Σας ευχαριστώ πολύ
Σάββας Ιακωβίδης
(Παρέμβαση σε εκδήλωση βιβλιοκριτικής στο βιβλίο της Βικτώρια Χίσλοπ, «Η Ανατολή», που διοργάνωσε το ΚΥΚΕΜ, στη ΣΕΚ Λευκωσίας, 9/12/2014).

------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------------
The Sunrise ” by Victoria Hislop
By Claire Aggelidou
I am not writing this out of chauvinism, but because I was born and raised in Famagusta , inhabiting this town for 42 years until the day of the Turkish invasion, the day I was uprooted from my home.
I would prefer Famagusta to be known worldwide, not for its luxurious hotels, the wealthy tourists, the extravagant ladies with the very expensive outfits and their jewelry of mythical value, nor for its bourgeois would-be aristocracy and the insatiable hoteliers.
I would prefer Famagusta to become known for its civilization, ancient and new, for being the intellectual and artistic development center of Cyprus, for its outstanding educational institutions, its richCyprological libraries of Demetris Marangos, of Evangelos Loizou, of Kyriacos Hadjioannou, its Municipal Library and Gallery, its school libraries, even my own library which contained ten thousand books many of which were collectibles, as well as those belonging to many other fellow citizens.
I would prefer Famagusta to become known for Salamis archaeological findings which were all exhibited at the Famagusta Museum , for the Hadjiprodromou collection of tremendous value - which were all looted and ended up in auction houses in Europe and elsewhere – and for the town’s churches which were turned into mosques.
For the fact that the town has been fenced off by the Turkish Army for 40 years, an unprecedented act in human history.  No town has ever remained uninhabited for 40 years.
These are what I would expect Victoria Hislop to be writing about, apart from the fanciful description of the hotels.
Humanity might thus be informed about the crime committed by Turkey against Famagusta ’s inhabitants who were uprooted and about the Greek Cypriot people that were buried alive in a mass grave in Dherynia, a village outside Famagusta .
One may argue that the book is not a political book.  I agree.  However, M/s Hislop is talking politics when she mentions in her book about the criminal acts of EOKA B* but barely mentions TMT**which was active since the 50’s.  When she blames the Greeks for the events of 1963 and 1964 instead of the Turkish Armed Rebellion against the Cypriot Government.  She says nothing about the napalm bombs used in the village of Kato Pyrgos (by the Turkish Air Force in August 1964).
I do not agree with the actions of EOKA B.  I would prefer Georgios Grivas Dhigenis to have been the Resistance and Freedom hero that I had met.*** The hero that struggled like a lion against an iron-clad empire and achieved a victory.  The hero honoured by the Greek and the Cypriot Parliaments.  He had a deep affection for Cyprus and it is my conviction that if he was alive he would not have allowed the military coup to take place in 1974.
The discrimination of M/s Hislop in favour of the Turkish Cypriots is obvious to the reader who, however well-intentioned s/he might be, cannot overlook the interpolated slippages in the text.  She says nothing about the drama of the missing persons, about the prisoners shot and killed by TMT even though they were prisoners of war, the bodies of whom have been discovered and identified and are being buried one by one with a heartache every day until this day, 40 years later.
Despite an effort to depict in her novel the two families of the protagonists – a Greek Cypriot family and a Turkish Cypriot one – as being closely connected, especially the two mothers Erini and Emine as well as their children, Marcos (the Greek Cypriot family’s son) is presented as being an exploiter who betrays his employer’s trust to gain managerial freedom in “The Sunrise”.
With his charming manners he takes advantage of his employer’s wife who becomes his mistress and who truly loves him. A fraudster, who sells to merchants the guns entrusted to him by his brother, a member of EOKA B, and the jewelry entrusted to him by his mistress for keeping in the hotel’s safe. When she, desperate from her desire to see him, pays a high fee to enter Famagusta one night to find him, he deserts her and she falls in the hands of Turkish soldiers who rape her consecutively in his presence, whilst he does not make any effort to help her. As a result she has a miscarriage of his child.
In contrast, Hussein (the Turkish family’s son) who secretly following Marcos during his late night dealings at the army fence, becomes Marcos’ target when the latter realizes his presence and tries to shoot him in the heart, but Hussein throws his knife at him and kills him.
From that moment on, Hussein is elevated to become the novel’s hero.  Risking his life, he manages to help both his family and the Greek Cypriot family to flee the town. He saves all of them and helps them again later to re-settle in England where they take refuge.
The Greek Cypriot is the villain, the exploiter, the fraudster, the thief.
The Turkish Cypriot a selfless, compassionate, altruistic hero.
Isn’t this politics?
For foreigners who are indifferent to and ignorant of Cypriot history, the novel is good, however, for the people who live in Cyprus , those that have been living as refugees in their own country for 40 years, wounded and uprooted, the book is a stab in the back.

(Article written by Mrs. Claire Angelidou and published in Fileleftheros Newspaper on 29/11/14)
Translated in English by M. Papamichael

Δεν υπάρχουν σχόλια: